Η έκθεση των εργαζομένων σε βλαπτικούς παράγοντες, αλλά και η γενικότερη ποιότητα του εργασιακού περιβάλλοντος, αποτελούν θέματα που απασχολούν ολοένα και περισσότερο όλους τους κλάδους επαγγελματικής δραστηριότητας.

Γράφoυν οι:

Δρ Γιώργος Σκρουμπέλος, Δρ Μηχανολόγος Μηχανικός
Γενικός Διευθυντής RMS ΕΞΥΠΠ
Πρόεδρος Επιτροπής Υγείας & Ασφάλειας του Ευρωπαϊκού Συνδέσμου Εταιρειών Συντήρησης

Μαργαρίτα Βατίστα
Χημικός ΜSc, Υπεύθυνη Τμήματος Μετρήσεων RMS ΕΞΥΠΠ

Ο χώρος εργασίας αποτελεί την πλέον σημαντική περιοχή έκθεσης σε βλαπτικούς παράγοντες που δύναται να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία του ανθρώπου. Μάλιστα, σε πολλές περιπτώσεις, παρά την εμφάνιση συμπτωμάτων σε εργαζομένους, παρουσιάζεται υστέρηση στην εκτίμηση της έκθεσής τους σε βλαπτικούς παράγοντες, γεγονός που δημιουργεί πρόβλημα στην αποτελεσματική διαχείριση του κινδύνου και ενδέχεται να οδηγήσει σε ατυχήματα, προβλήματα υγείας και επαγγελματικές ασθένειες.

Στην ελληνική νομοθεσία, αναγνωρίζεται η αναγκαιότητα της εκτίμησης της ποιότητας του εργασιακού περιβάλλοντος και της διεξαγωγής μετρήσεων/ προσδιορισμών των παραγόντων που ενδέχεται να παρουσιάζουν κίνδυνο για την υγεία, ούτως ώστε η έκθεση να μην υπερβαίνει τις οριακές τιμές, όπως αυτές καθορίζονται στα αντίστοιχα νομοθετήματα.

Η διεξαγωγή των μετρήσεων/ προσδιορισμών βλαπτικών παραγόντων, είναι μία απαραίτητη αλλά σύνθετη διαδικασία που απαιτεί συμμόρφωση τόσο με τις νομοθετικές απαιτήσεις όσο και με αυστηρά καθορισμένες προδιαγραφές και πρότυπα, προκειμένου να διασφαλιστεί η αξιοπιστία τους. Αποτελεί μονόδρομο για την ποσοτικοποίηση της έκθεσης των εργαζομένων σε βλαπτικούς παράγοντες και πρόκειται για το βασικό εργαλείο εκτίμησης της επικινδυνότητας του εργασιακού περιβάλλοντος που θα οδηγήσει στη λήψη αποτελεσματικών μέτρων προστασίας.

Οι επικίνδυνοι βλαπτικοί παράγοντες στους χώρους εργασίας διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες, τους φυσικούς, τους χημικούς και τους βιολογικούς.

Φυσικοί παράγοντες

Η έκθεση των εργαζομένων σε φυσικούς παράγοντες όπως θόρυβο, δονήσεις/κραδασμούς, χαμηλές ή υψηλές θερμοκρασίες, υγρασία, ακτινοβολία, φωτισμό, ενέχει κινδύνους για τον ανθρώπινο οργανισμό και μπορεί να προκαλέσει βλάβες στην υγεία. Συμπτώματα όπως πονοκέφαλος, υπνηλία, κόπωση, αφυδάτωση, ξηρότητα, ερεθισμός των βλεννογόνων, άσθμα, υπερένταση, δυσκολία στη συγκέντρωση, είναι πιθανό να οφείλονται στην κακή ποιότητα του εργασιακού περιβάλλοντος.
Οι μετρήσεις των φυσικών παραγόντων διεξάγονται με τη χρήση κατάλληλων αυτόματων οργάνων απευθείας ανάγνωσης ή συνεχούς καταγραφής. Τα συγκεκριμένα όργανα άλλοτε είναι εξειδικευμένα για τη μέτρηση ενός μόνο παράγοντα ενώ άλλες φορές περιλαμβάνουν αισθητήρες για τη μέτρηση περισσοτέρων παραγόντων ή τον υπολογισμό δεικτών.

Χημικοί παράγοντες

Οι κίνδυνοι σε αυτή την περίπτωση προέρχονται από την έκθεση των εργαζομένων σε χημικές ουσίες που είτε χρησιμοποιούνται στην παραγωγική διαδικασία είτε εκπέμπονται στο χώρο εργασίας από κατασκευαστικά υλικά, έπιπλα, καθαριστικά υλικά, καύσεις κλπ. Οι χημικοί παράγοντες είναι υπεύθυνοι για τις κυριότερες επαγγελματικές ασθένειες όπως των πνευμόνων, διαφόρων μορφών επαγγελματικών καρκίνων, ασθενειών του νευρικού συστήματος, ανωμαλιών στο αναπαραγωγικό σύστημα και επαγγελματικών δερματοπαθειών. Η έκθεση σε χημικούς παράγοντες είναι πολύπλοκη διεργασία και τα αποτελέσματα στην υγεία του ανθρώπου δεν είναι πάντα εύκολο να εκτιμηθούν. Η είσοδός τους στον ανθρώπινο οργανισμό πραγματοποιείται δια μέσου της κατάποσης, της δερματικής επαφής ή της εισπνοής. Η πιο σοβαρή, συνηθισμένη και δύσκολα αντιμετωπίσιμη έκθεση, είναι αυτή που συμβαίνει μέσω της εισπνοής ρυπασμένου αέρα. Παραδείγματα χημικών παραγόντων είναι τα εισπνεύσιμα και αναπνεύσιμα αιωρούμενα σωματίδια, οι ίνες αμιάντου, οι ανόργανοι ρύποι (π.χ. διοξείδιο του άνθρακα, μονοξείδιο του άνθρακα, οξείδια του αζώτου, διοξείδιο του θείου, αμμωνία, θειικό οξύ, καυστικό νάτριο, υδρόθειο) οι πτητικές οργανικές ενώσεις (π.χ. τολουόλιο, φορμαλδεΰδη, ακετόνη, ξυλόλιο), τα βαρέα μέταλλα (π.χ. χαλκός, μόλυβδος, χρώμιο).

Ο προσδιορισμός των συγκεντρώσεων των χημικών παραγόντων είναι μία πολύ σύνθετη διαδικασία η οποία βασίζεται σε δύο μεθοδολογικές εφαρμογές, τη μέθοδο απευθείας μέτρησης όπου χρησιμοποιούνται κυρίως αυτόματα όργανα και τη χρήση αναλυτικής τεχνικής κατά την οποία με συγκεκριμένη δειγματοληψία δεσμεύεται ο προσδιοριζόμενος χημικός παράγοντας και στη συνέχεια ακολουθεί ανάλυση του δείγματος σε εργαστήριο με τη χρήση κλασσικών χημικών μεθόδων ή σύγχρονων αναλυτικών τεχνικών.

Βιολογικοί παράγοντες

Η έκθεση σε βιολογικούς παράγοντες αφορά στους κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία που προέρχονται από την έκθεση σε μικροοργανισμούς όπως βακτηρίδια, μύκητες, ιούς και είναι δυνατό να προκαλέσουν οποιαδήποτε μόλυνση, αλλεργία ή τοξικότητα, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη λεγεωνέλλα. Σε αντίθεση με τους κινδύνους από φυσικούς και χημικούς παράγοντες, για τους βιολογικούς, είναι ιδιαίτερα δύσκολος ο καθορισμός καθολικά έγκυρων κριτηρίων αξιολόγησης, ευρέως αποδεκτών κατευθυντήριων γραμμών, προτύπων και οριακών τιμών έκθεσης.

Ο προσδιορισμός των βιολογικών παραγόντων γίνεται κυρίως με εργαστηριακή ανάλυση δειγμάτων υγρών και κόνεων, ενώ για τον προσδιορισμό του μικροβιακού φορτίου του αέρα πραγματοποιείται συνήθως υπολογισμός των αποικιών των μικροοργανισμών που αναπτύσσονται σε τριβλίο με υπόστρωμα θρεπτικού υλικού.

Η πραγματοποίηση όμως απλά, μίας μέτρησης, χωρίς να διασφαλίζεται η αξιοπιστία της, όχι μόνο δεν είναι αρκετή, αλλά μπορεί να οδηγήσει και σε λανθασμένα συμπεράσματα οπότε ο κίνδυνος για τους εργαζόμενους να γίνει μεγαλύτερος. Υπάρχουν σημαντικές παράμετροι που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τόσο για τη διασφάλιση της αξιοπιστίας των αποτελεσμάτων όσο κα για την ορθή αξιολόγηση αυτών, όπως η επιλογή της κατάλληλης μεθοδολογίας μετρήσεων, η συντήρηση και ο έλεγχος ή βαθμονόμηση του εξοπλισμού, η ανάλυση των δειγμάτων από διαπιστευμένο εργαστήριο, καθώς επίσης και η διασφάλιση ότι οι μετρήσεις/ δειγματοληψίες είναι αντιπροσωπευτικές και έχουν ληφθεί υπόψη οι συνθήκες που επικρατούν στο χώρο και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτού.
Είναι κατανοητό λοιπόν ότι η διενέργεια των μετρήσεων εκτός από αναγκαία είναι και ιδιαίτερα σύνθετη διαδικασία. Συνεπώς, κάθε επιχείρηση οφείλει να μεριμνά όχι μόνο για τη διενέργεια των απαραίτητων μετρήσεων, αλλά να διασφαλίζει ταυτόχρονα και την αξιοπιστία των αποτελεσμάτων. Μόνο με τον τρόπο αυτό θα είναι ορθή η εκτίμηση της ποιότητας του εργασιακού περιβάλλοντος, θα μπορεί να γίνει αποτελεσματική διαχείριση του κινδύνου και να υπάρξει πραγματική προστασία των εργαζομένων και διαφύλαξη της υγείας τους.