Ένα εργαλείο υλοποίησης ενεργειακών επενδύσεων Εξοικονόμησης και Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη αναγνωρίζοντας την αναγκαιότητα για την εφαρμογή ενεργειακών τεχνολογιών φιλικών προς το περιβάλλον αλλά και την αναγκαιότητα εφαρμογής εναλλακτικών χρηματοδοτικών μηχανισμών ψήφισαν την Ευρωπαϊκή οδηγία 2012/27/ΕΚ για την ενεργειακή απόδοση κατά την τελική χρήση και τις ενεργειακές υπηρεσίες.

Γράφει ο Γιώργος Μαρκογιαννάκης, Μηχανολόγος Ενεργειακός Μηχανικός MSc, Ενεργειακός Σύμβουλος, Ενεργειακός Ελεγκτής και Ενεργειακός Επιθεωρητής Γ’ Τάξης

Στην Ελλάδα η παραπάνω οδηγία ενσωματώθηκε στην ελληνική νομοθεσία με τη ψήφιση του Νόμου 4342/2015. Στο νόμο αυτό καθορίζεται το Εθνικό Σχέδιο Δράσης Ενεργειακής Απόδοσης, ο υποδειγματικός ρόλος των κτιρίων του Δημοσίου, οι Ενεργειακοί Έλεγχοι και τα Συστήματα Ενεργειακής Διαχείρισης, η λειτουργία των Επιχειρήσεων Ενεργειακών Υπηρεσιών (ΕΕΥ), κ.α.

Ενεργειακοί Έλεγχοι

Για την επίτευξη του στόχου της Εξοικονόμησης Ενέργειας βασική προϋπόθεση αποτελεί η ακριβείς αποτύπωση της υφιστάμενης κατάστασης μίας επιχείρησης ή ενός οργανισμού σχετικά με την κατανάλωση ενέργειας και όλων των παραμέτρων που επηρεάζουν την κατανάλωση αυτή (κέλυφος κτιρίων, κλιματικά δεδομένα, παραγωγή προϊόντων, ενεργειακός εξοπλισμός, κλπ.).
Για το λόγο αυτό έχουν καθιερωθεί τα τελευταία χρόνια οι Ενεργειακές Επιθεωρήσεις των κτιρίων και η έκδοση του Πιστοποιητικού Ενεργειακή Αποδοτικότητας καθώς και η υποχρεωτική διενέργεια Ενεργειακών Ελέγχων σε όλες τις μεγάλες επιχειρήσεις στον Τριτογενή (Ξενοδοχεία, Νοσοκομεία, Εμπορικά κτίρια, Τράπεζες, κλπ.) και στον Βιομηχανικό τομέα.

Με την διενέργεια των Ενεργειακών Ελέγχων, πέραν της αποτύπωσης όλων των ενεργειακών παραμέτρων που επηρεάζουν την κατανάλωση ενέργειας στις επιχειρήσεις, πραγματοποιείται συσχέτιση της κατανάλωσης ενέργειας με βασικές παραμέτρους που την επηρεάζουν όπως κλιματικά δεδομένα, παραγωγή προϊόντων, πληρότητα, κ.α. Στη συνέχεια εντοπίζονται τα μέτρα εκείνα τα οποία θα οδηγήσουν στη μείωση της κατανάλωσης ορυκτών καυσίμων μέσω της χρήσης τεχνολογιών Εξοικονόμησης και Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας λαμβάνοντας υπόψη την οικονομική βιωσιμότητα των απαιτούμενων επενδύσεων.

Ενεργειακή Διαχείριση Επιχειρήσεων

Αποτελεί κοινή διαπίστωση, σε όλες τις περιπτώσεις, το γεγονός ότι το πρώτο και ουσιαστικότερο βήμα για την επίτευξη του στόχου της Εξοικονόμησης Ενέργειας είναι η ανάπτυξη και η εφαρμογή ενός προγράμματος Ενεργειακή Διαχείρισης σύμφωνα με το πρότυπο ISO 50001.

Η διοίκηση επιχειρήσεων έχει πλέον αντιληφθεί ότι ένα καλό σχέδιο διαχείρισης ενέργειας οδηγεί σε σημαντική εξοικονόμηση χρημάτων κατά τη λειτουργία μίας επιχείρησης. Η διαχείριση ενέργειας δεν είναι μόνο ένα τεχνικό θέμα αλλά είναι θέμα βέλτιστης εφαρμογής τεχνικών αλλαγών και συμπεριφορών στη λειτουργία και τη χρήση του ενεργειακού εξοπλισμού μέσα σε όρια παραγωγικότητας, οικονομικότητας, άνεσης, υγιεινής και ασφάλειας με την ελάχιστη δυνατή διαταραχή στον τρόπο λειτουργίας μίας επιχείρησης.

Η ανάγκη διαχείρισης ενέργειας είναι σημαντική για διάφορους λόγους:

  • Κατ’ αρχήν υπάρχει άμεσο οικονομικό όφελος. Αρκετές προτάσεις επενδύσεων που προκύπτουν μετά από ένα ενεργειακό έλεγχο έχουν ένα με τέσσερα χρόνια περίοδο αποπληρωμής.
  • Οι ενεργειακές τεχνολογίες αλλάζουν πλέον αρκετά γρήγορα, επομένως πρέπει να υπάρχει μια δομή σε μία επιχείρηση η οποία θα πρέπει συνεχώς να ελέγχει και να ανανεώνει την τεχνολογίες που χρησιμοποιούνται.
  • Η ενεργειακή ασφάλεια είναι σημαντικό τμήμα της διαχείρισης ενέργειας. Πρέπει να υπάρχει σχέδιο ασφαλείας για την ανταπόκριση σε προσωρινές διακοπές της παροχής ενέργειας και ένα στρατηγικό μακροχρόνιο σχέδιο.
  • Είναι πολύ πιθανό να υπάρξουν μεγάλες αλλαγές τιμών των ενεργειακών προϊόντων, όπως έχει γίνει και στο παρελθόν, έτσι θα πρέπει να υπάρχει στρατηγική βέλτιστης χρήσης της ενέργειας με στόχο τη βέλτιστη απόκριση σε διακυμάνσεις τιμών.

Όλοι αυτοί οι σημαντικοί λόγοι έχουν οδηγήσει στη δημιουργία του προτύπου ISO50001 “Energy Management Systems” που πρωτοεκδόθηκε τον Ιούνιο του 2011.

Τα βασικά συστατικά στοιχεία ενός σχεδίου ενεργειακής διαχείρισης σε μια επιχείρηση είναι η δημιουργία κατάλληλης οργανωτικής δομής, η ύπαρξη ενεργειακής πολιτικής, η διενέργεια ενεργειακών ελέγχων, η εκπαίδευση του προσωπικού, η ύπαρξη διαδικασίας ελέγχου της λειτουργίας της επιχείρησης μέσω μετρήσεων και αναλύσεων που οδηγούν στη αξιολόγηση και επανασχεδιασμό των δράσεων εξοικονόμησης ενέργειας.

Η όλη φιλοσοφία ενός συστήματος Ενεργειακής Διαχείρισης βασίζεται στο τετράπτυχο:

Βήματα Ενεργειακής Διαχείρισης σύμφωνα με το ISO 50001

Τα παραπάνω βήματα περιγράφονται αναλυτικότερο στο επόμενο σχήμα, πάντα σύμφωνα με το πρότυπο ISO 50001.

Το ΙSO 50001 αποτελεί ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο ανάπτυξης που παρέχει τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις να:

  • αναπτύξουν πολιτικές για αποδοτικότερη χρήση ενέργειας
  • καθορίσουν αντικειμενικούς σκοπούς και στόχους για την επίτευξη των ενεργειακών πολιτικών
  • δημιουργήσουν βάση δεδομένων για τη βέλτιστη κατανόηση και επισκόπηση της κατάστασης και στη συνέχεια για τη λήψη αποφάσεων και μέτρων
  • μετρήσουν τα αποτελέσματα εφαρμογής των δράσεων και μέτρων εξοικονόμησης
  • ανασκοπήσουν την αποτελεσματικότητα της πολιτικής
  • βελτιώνουν διαρκώς τα αποτελέσματα της ενεργειακής διαχείρισης μέσω συστηματικής παρακολούθησης και αξιολόγησης των διαδικασιών

Η απαραίτητη προϋπόθεση για την επιτυχή εφαρμογή του Συστήματος Ενεργειακής Διαχείρισης αποτελεί η υποστήριξη της διοίκησης της επιχείρησης προς την οργανωτική δομή του συστήματος. Κεντρικό πρόσωπο σ’ αυτή τη δομή είναι ο Ενεργειακός Διαχειριστής (Energy Manager) ο οποίος θα πρέπει:

  • να εξασφαλίσει την εφαρμογή του συστήματος ενεργειακής διαχείρισης,
  • να ορίσει ευθύνες και εξουσίες για τη λειτουργία του συστήματος,
  • να ελέγχει και να αναφέρει την πρόοδο του ενεργειακού προφίλ της επιχείρησης και
  • να προωθεί την ενεργειακή πολιτική σε όλα τα οργανωτικά επίπεδα της επιχείρησης.

Η ενεργειακή πολιτική της επιχείρησης πρέπει να δηλώνει την δέσμευση για την επίτευξη της βελτίωσης της ενεργειακής αποδοτικότητας. Μια σύντομη, καλογραμμένη δήλωση ενεργειακής πολιτικής της επιχείρησης δίνει τη δυνατότητα στον Ενεργειακό Διαχειριστή να ενεργεί με αυτοδυναμία για να εκπληρώσει τους στόχους της. Τα σημεία που πρέπει να περιλαμβάνει το κείμενο αυτό είναι τουλάχιστον:

  • στόχοι,
  • ορισμό υπευθύνων,
  • διαδικασία ελέγχου-αναφορών,
  • απαιτήσεις εκπαίδευσης του προσωπικού.

Ο σχεδιασμός των ενεργειακών ελέγχων, οι οποίοι αποτελούν βασικό και αναπόσπαστο κομμάτι της Ενεργειακής Διαχείρισης, πρέπει να καθορίζει το είδος, την ομάδα που θα τους διενεργήσει και τον χρονικό προγραμματισμό. Η διενέργεια των ελέγχων συνήθως γίνετε από εξειδικευμένους ενεργειακούς συμβούλους (Ενεργειακούς Ελεγκτές), οι οποίοι μπορεί να προσφέρουν και γενικότερα Ενεργειακές Υπηρεσίες.

Η εκπαίδευση του προσωπικού της επιχείρησης σε ενεργειακά θέματα, φέρνει σημαντικά αποτελέσματα καθώς το πρόγραμμα θα λειτουργεί πολύ πιο ομαλά εάν

  • η κεντρική διοίκηση καταλαβαίνει την τεχνολογική πολυπλοκότητα αλλά και τις δυνατότητες οικονομικού οφέλους,
  • οι επιμέρους αρμόδιοι μπορούν να κατηγοριοποιούν τα μέτρα εξοικονόμησης και θα είναι ενήμεροι για τις νέες τεχνολογίες,
  • οι εργαζόμενοι είναι σε θέση να προτείνουν πιο αποδοτικά μέτρα εξοικονόμησης και να κάνουν σωστή χρήση και λειτουργία του ενεργειακού εξοπλισμού.

Αυτές είναι και οι τρείς διαφορετικές κατηγορίες στις οποίες πρέπει να στοχεύει ένα πρόγραμμα εκπαίδευσης: τη διοίκηση, την ενεργειακή ομάδα και τους εργαζόμενους, με διαφορετικό προφανώς εκπαιδευτικό πρόγραμμα για κάθε κατηγορία.

Η παρακολούθηση των αποτελεσμάτων του προγράμματος ενεργειακής διαχείρισης γίνεται με τη χρήση Δεικτών Ενεργειακής Απόδοσης (Energy Performance Indicators) οι οποίοι μπορεί να είναι απλοί λόγοι ή πολύπλοκα μοντέλα. Για παράδειγμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί η κατανάλωση ενέργειας σαν συνάρτηση του χρόνου, κατανάλωση ενέργειας ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος ή τιμές με περισσότερους παράγοντες. Με τη χρήση αυτών των δεικτών εξετάζεται η επίτευξη των αρχικών στόχων, αναγνωρίζονται προβλήματα και επανασχεδιάζονται δράσεις με στόχο την εξοικονόμηση.

Συμπερασματικά, ένα πρόγραμμα ενεργειακής διαχείρισης θα πρέπει να αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του οργανογράμματος μίας επιχείρησης με σαφείς στόχους, αρμοδιότητες και αποτελέσματα με αντικειμενικό στόχο την εξοικονόμηση ενέργειας, την μείωση των λειτουργικών δαπανών, την βελτίωση των συνθηκών άνεσης και την προστασία του περιβάλλοντος.

Αποτελεί κοινή διαπίστωση ότι η επιτυχής και συστηματική εφαρμογή ενός προγράμματος Ενεργειακής Διαχείρισης μπορεί να επιφέρει εξοικονομήσεις της τάξεως του 5% – 10% με εφαρμογή μέτρων μηδενικού ή πολύ χαμηλού κόστους, ενώ με το σωστό σχεδιασμό ενεργειακών επενδύσεων μπορεί να επιτευχθούν εξοικονομήσεις μέχρι και 50% με όρους οικονομικής βιωσιμότητας.

Επιχειρήσεις Ενεργειακών Υπηρεσιών (ΕΕΥ)

Για την υλοποίηση επενδύσεων εξοικονόμησης ενέργειας απαιτούνται αρκετές προϋποθέσεις μεταξύ των οποίων και η χρηματοδότησή τους σε συνάρτηση με την αποτελεσματικότητά τους με όρους ενεργειακούς και οικονομικούς.

Οι ΕΕΥ είναι ένα σχετικά νέο είδος επιχειρήσεων, που ήδη λειτουργούν με επιτυχία σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως στην Γερμανία και στην Αυστρία. Οι ΕΕΥ μπορούν να προσφέρουν μία σειρά υπηρεσιών από τη μελέτη και το σχεδιασμό ενεργειακών εφαρμογών εξοικονόμησης και ανανεώσιμων πηγών ενέργειας μέχρι την χρηματοδότηση, λειτουργία και συντήρηση των εφαρμογών αυτών.

Γενικά, μέχρι σήμερα στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες αλλά και στην Ελλάδα, υπάρχει πρότερη εμπειρία με εφαρμογή έργων που αφορούν τις συγκεκριμένες τεχνολογίες. Αυτό που όμως λείπει είναι η εφαρμογή των συγκεκριμένων τεχνολογιών μέσα από την προσέγγιση των ΕΕΥ (Energy Service Companies – ESCO). Σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση η επιχείρηση καλείται να αναλάβει ένα γενικότερο ρόλο στην υλοποίηση του ενεργειακού έργου πέρα από την απλή προμήθεια και εγκατάσταση του εξοπλισμού. Βασικό χαρακτηριστικό των επιχειρήσεων αυτών είναι η εφαρμογή ενεργειακών τεχνολογιών, για λογαριασμό χρηστών ενέργειας όπως κτίρια και βιομηχανίες. Η πληρωμή των ΕΕΥ εξαρτάται από το ενεργειακό αποτέλεσμα το οποίο πρέπει να είναι εγγυημένο. Με τον τρόπο αυτό η ΕΕΥ αναλαμβάνει το τεχνικό και σε πολλές περιπτώσεις και το οικονομικό ρίσκο. Ο τελικός χρήστης αναλαμβάνει την δέσμευση να «καταναλώνει» την εξοικονομούμενη ή την παραγόμενη «πράσινη» ενέργεια σε ανταγωνιστική τιμή, σε σχέση με τις συμβατικές μορφές ενέργειας, για μία συμφωνημένη χρονική περίοδο. Με την πάροδο αυτής της χρονικής περιόδου ο ενεργειακός εξοπλισμός μπορεί να περιέλθει στην κυριότητα του τελικού χρήστη έναντι συμβολικού τιμήματος (π.χ. 1€) ή να παραταθεί το συμβόλαιο λειτουργίας και συντήρησης.

Συμβάσεις Ενεργειακής Απόδοσης

Μία σύμβαση ενεργειακής απόδοσης περιγράφει το σχεδιασμό της μεθόδου υλοποίησης του έργου κατά την περίοδο που διαρκεί η σύμβαση. Καλύπτει τη νομική σχέση μεταξύ της ΕΕΥ και του πελάτη, καθορίζει τον ρόλο και τις υποχρεώσεις τους και προσδιορίζει την αναμενόμενη επίδοση του έργου. Η σύμβαση είναι αρκετά ευέλικτη ώστε να μπορεί να καλύψει τόσο τις παρούσες όσο και τις μελλοντικές ανάγκες του πελάτη και προστατεύει τα συμφέροντα τόσο της ΕΕΥ όσο και του πελάτη.
Ορισμένα από τα βασικά σημεία που πρέπει να καλύπτει μία ΣΕΑ είναι τα παρακάτω:

  • Σαφής περιγραφή του έργου
  • Επιλογή εξοπλισμού και εγκατάσταση
  • Ιδιοκτησία και εγγύηση εξοπλισμού
  • Αποζημιώσεις
  • Μεθοδολογία υπολογισμού της εξοικονόμησης ενέργειας
  • Μέτρηση και επαλήθευση
  • Τιμές ενέργειας
  • Επίπεδα άνεσης
  • Προβλεπόμενη αμοιβή και εγγυήσεις

Υπάρχουν δύο βασικά μοντέλα συμβάσεων όσον αφορά την σχέση και τον καταμερισμό του ρίσκου ανάμεσα στην ΕΕΥ, τον πελάτη και τον δανειστή. Αυτά είναι: η σύμβαση εγγυημένης απόδοσης (guaranteed savings) και η σύμβαση εξοικονόμησης από κοινού (shared savings).

Στην περίπτωση σύμβασης εγγυημένης απόδοσης, η ΕΕΥ αναλαμβάνει πλήρως το ρίσκο σχεδιασμού, εγκατάστασης και απόδοσης, αλλά δεν αναλαμβάνει το πιστωτικό ρίσκο. Το έργο χρηματοδοτείται από τον πελάτη είτε από ίδια κεφάλαια είτε από κάποιο τρίτο μέρος όπως π.χ. από κάποιο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα.

Στο μοντέλο σύμβασης της εξοικονόμησης από κοινού η ΕΕΥ αναλαμβάνει τόσο το τεχνικό ρίσκο της απόδοσης όσο και το πιστωτικό ρίσκο. Στον τύπο αυτό σύμβασης είναι πολύ πιθανό να υπάρξει Χρηματοδότηση Από Τρίτους, με την ΕΕΥ να χρηματοδοτεί την επένδυση λαμβάνοντας δάνειο από χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.

Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι η Ανάπτυξη της Αγοράς των Ενεργειακών Υπηρεσιών, με όρους διαφάνειας και υγιούς ανταγωνισμού, μόνο θετικά έχει να προσφέρει σε όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές και κυρίως στις ΕΕΥ και στους Χρήστες Ενέργειας, καθώς αφενός οι ΕΕΥ θα παρέχουν υπηρεσίες και θα υλοποιούν ενεργειακά έργα τα οποία για λόγους τεχνικού ή/και οικονομικού ρίσκου οι χρήστες ενέργειας δεν τα υλοποιούν και αφετέρου οι χρήστες ενέργειας θα απολαμβάνουν αυτών των υπηρεσιών και τεχνολογιών αποκομίζοντας ενεργειακά, οικονομικά και περιβαλλοντικά οφέλη.