Έρευνα του Θεοδώρου Τούντα, που παρουσιάστηκε στο διεθνές συνέδριο του AIVC (Air Infiltration & Ventilation Centre) στο Δουβλίνο τον Οκτώβριο του 2024 με τίτλο: «Μετρήσεις στην Ελλάδα σε εγκατεστημένα κουφώματα και σύγκριση μεταξύ της δηλωμένης κατηγορίας αεροδιαπερατότητας και της κατηγορίας που εφαρμόζεται στο κτιριακό κέλυφος.»
Πρόλογος
Η τεχνολογική πρόοδος των κουφωμάτων τα τελευταία χρόνια υπήρξε ραγδαία, χωρίς όμως να ακολουθήσει αντίστοιχη εξέλιξη στην τεχνική κατάρτιση των εφαρμοστών. Στη χώρα μας εξακολουθεί να απουσιάζει ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο επίσημης εκπαίδευσης, πιστοποίησης και ελέγχου, με αποτέλεσμα πανάκριβα συστήματα κουφωμάτων να εγκαθίστανται από επαγγελματίες που στηρίζουν την τεχνική τους επάρκεια αποκλειστικά στα χρόνια εμπειρίας. Αυτό πλέον δεν επαρκεί απαιτείται παράλληλη αναβάθμιση και συνεχής ανάπτυξη της γνώσης στις σύγχρονες μεθόδους εγκατάστασης.
Το αποτέλεσμα που καταλήγει η έρευνα είναι ότι από τα 40 κουφώματα που μετρήθηκαν, κανένα δεν προσέφερε στο 100% την ονομαστική του τιμή σε επίπεδο αεροδιαπερατότητας.
Τι είναι ο έλεγχος A–Wert και πώς εφαρμόστηκε
Η μέθοδος A-Wert της Blower Door GmbH είναι ειδικά σχεδιασμένη για τον αυτοτελή έλεγχο αεροδιαπερατότητας σε κουφώματα. Σε αντίθεση με τον κλασικό BlowerDoorTest, που εξετάζει τη συνολική αεροστεγανότητα του κτιρίου, ο έλεγχος A-Wert απομονώνει το κάθε κούφωμα ώστε να μετρηθεί η πραγματική του συμπεριφορά σε ελεγχόμενες συνθήκες πίεσης. Δηλαδή κάθε κούφωμα φέρει πιστοποίηση αεροδιαπερατότητας ανάλογα με την ποιότητά του, από 1 έως 4. Η κατηγορία 4 είναι η πιο ποιοτική, ακριβή και συνήθως αυτή που επιλέγει ένας ο ιδιοκτήτης. Αυτές οι κατηγοριοποιήσεις πιστοποιούνται παρέχονται από τις εταιρείες κατασκευής των κουφωμάτων.
Στην Ελλάδα, το πρότυπο ΕΛΟΤ ΕΝ 12207 (Αεροδιαπερατότητα παραθύρων και θυρών – Ταξινόμηση)έχει υιοθετηθεί ως εναρμονισμένο ευρωπαϊκό πρότυπο και καθορίζει τις τέσσερις κατηγορίες αεροδιαπερατότητας των κουφωμάτων. Παράλληλα, το πρότυπο ΕΛΟΤ ΕΝ 14351-1 αφορά τις απαιτήσεις απόδοσης των εξωτερικών θυρών και παραθύρων και περιλαμβάνει μεταξύ άλλων την αεροστεγανότητα ως υποχρεωτικό χαρακτηριστικό για τη σήμανση CE. Σημαντικό επίσης είναι ότι το πρότυπο ΕΛΟΤ ΕΝ ISO 9972:2015, Θερμική απόδοση κτιρίων — Προσδιορισμός της διαπερατότητας αέρα κτιρίων — Μέθοδος ανεμιστήρα αναφέρεται ειδικά στη μεθοδολογία μέτρησης και ελέγχου στο πεδίο, παρέχοντας πλαίσιο για δοκιμές που δεν περιορίζονται στο εργοστάσιο αλλά εστιάζουν στην εφαρμογή. Εντούτοις, παρά την ύπαρξη αυτών των προτύπων, στην ελληνική αγορά απουσιάζει η θεσμική υποχρέωση να διενεργούνται έλεγχοι αεροστεγανότητας μετά την εγκατάσταση. Έτσι, το βάρος πέφτει αποκλειστικά στον ιδιοκτήτη ή τον μηχανικό που επιβλέπει το έργο, χωρίς να υπάρχει μηχανισμός διασφάλισης ότι η εφαρμογή επιβεβαιώνει την εργοστασιακή ποιότητα.
Με τη μέθοδο A-Wert μπορούμε να μετρήσουμε και να επιβεβαιώσουμε αρχικά εάν στο κούφωμα έγινε σωστή συναρμογή και στη συνέχεια αν έγινε σωστή τοποθέτηση στο κτιριακό κέλυφος.

Η διαδικασία περιλαμβάνει την τοποθέτηση ισχυρής μεμβράνης γύρω από το κούφωμα και την εφαρμογή δακτυλίου συγκεκριμένης διαμέτρου.
Με τη χρήση του κατάλληλου εξοπλισμού δημιουργούνται πιέσεις που κυμαίνονται από 10 έως 70 Pa, προσομοιώνοντας πραγματικές συνθήκες πίεσης και υποπίεσης του ανέμου στο κτίριο. Κατά τη διάρκεια των δοκιμών καταγράφεται η ροή αέρα ανά μέτρο μήκους των αρμών του κουφώματος, αλλά και η συνολική ροή αέρα που το διαπερνά.

Η μέθοδος εφαρμόζεται δύο φορές για κάθε κούφωμα. Πρώτα μετρήθηκε το μεμονωμένο πλαίσιο, δηλαδή η εργοστασιακή του ποιότητα, και στη συνέχεια μετρήθηκε το ίδιο κούφωμα ενσωματωμένο στον τοίχο.
Με τον τρόπο αυτό έγινε δυνατή η άμεση σύγκριση ανάμεσα στη θεωρητική πιστοποίηση και στην πραγματική εφαρμογή.
Σκοπός της έρευνας ήταν να ελεγχθεί κατά πόσο η δηλωμένη κατηγορία αεροστεγανότητας, σύμφωνα με το ευρωπαϊκό πρότυπο EN 12207:2017-03, επαληθεύεται στο πεδίο.
Αποτελέσματα
Οι μετρήσεις πραγματοποιήθηκαν σε σαράντα διαφορετικά κουφώματα, τοποθετημένα τόσο σε νέες κατασκευές όσο και σε ανακαινίσεις στην Αθήνα. Τα ευρήματα ήταν αποκαλυπτικά και ανησυχητικά. Στη φάση μέτρησης του μεμονωμένου πλαισίου, η μέση τιμή ροής αέρα καταγράφηκε στα 2,47 m³/h·m, δηλαδή περίπου τριπλάσια από το όριο που ορίζει η κατηγορία 4 (Class 4: 0,75 m³/h·m στα 100 Pa).
Όταν τα ίδια κουφώματα μετρήθηκαν συμπεριλαμβανομένου του τοίχου, η μέση τιμή εκτινάχθηκε στα 5,26 m³/h·m, σχεδόν επταπλάσια του ορίου. Η συνολική ροή αέρα αυξήθηκε από 17,61 m³/h στο μεμονωμένο πλαίσιο σε 28,56 m³/h όταν το κούφωμα ήταν εγκατεστημένο στον τοίχο.

Σε ποσοστό που άγγιξε το 100% των περιπτώσεων, η τελική κατηγορία που προέκυψε ήταν κατώτερη από τη δηλωμένη. Ουσιαστικά, οι πελάτες πλήρωσαν για κουφώματα κατηγορίας 4, τα οποία υπό μεμονωμένη μέτρηση απέδωσαν στην πράξη κατηγορία 2, και όταν τοποθετήθηκαν στον τοίχο υποχώρησαν ακόμη περισσότερο, καταλήγοντας στην κατηγορία 1.
Η κατάρρευση αυτή από την κορυφαία κατηγορία στην κατώτερη δείχνει με τον πιο εμφατικό τρόπο ότι η ποιότητα που αγοράστηκε δεν έφτασε ποτέ στον τελικό χρήστη.
Στον ακόλουθο πίνακα εξηγούνται όλα τα παραπάνω.
| Απαιτήσεις Class4 @ 100Pa | Μέτρηση πλαισίου | Μέτρηση στον λαμπά | |
| A: Total Airflow | 3,00 | 17,61 | 28,56 |
| A: Airflow through 1m joint | 0,75 | 2,47 | 5,26 |

Απολογισμός
Η καθολική αυτή αποτυχία δεν οφείλεται σε καμία περίπτωση στην ποιότητα των προϊόντων καθώς υπάρχουν συγκεκριμένες πιστοποιήσεις κατά την παραγωγή τους. Σχετίζεται κυρίως με τις μεθόδους συναρμογής και εγκατάστασης. Παρότι η βιομηχανία κουφωμάτων και διελάσεων έχει επενδύσει σε τεχνολογικές καινοτομίες, με θερμοδιακοπτόμενα προφίλ, προηγμένα υλικά στεγάνωσης και υψηλές εργοστασιακές πιστοποιήσεις, η εφαρμογή στο εργοτάξιο παραμένει στάσιμη.
Τα συνεργεία στην πλειοψηφία τους, εξακολουθούν να χρησιμοποιούν κοινούς αφρούς και σιλικόνη με τρόπο λανθασμένοχωρίς κατάλληλη εκπαίδευση. Στην πράξη εφαρμόζονται τεχνικές και υλικά που ίσχυαν πριν από τριάντα χρόνια, σε συνδυασμό με προϊόντα υψηλής ποιότητας που έχουν εντελώς διαφορετικές απαιτήσεις.

Το αποτέλεσμα είναι να ακυρώνεται πάνω από το μισό της εργοστασιακής αξίας του προϊόντος. Ο ιδιοκτήτης επενδύει σε υψηλού κόστους λύσεις, αλλά παραλαμβάνει ένα αποτέλεσμα που δεν ανταποκρίνεται ούτε στις ελάχιστες προσδοκίες.
Αυτό μεταφράζεται σε τεράστιες ενεργειακές απώλειες, αυξημένο περιβαλλοντικό αποτύπωμα και σπατάλη πόρων.
Η πιο ανησυχητική διάσταση είναι ότι τα προβλήματα αυτά είναι αθέατα κατά την παράδοση.
Τα τοποθετημένα κουφώματα μπορεί να φαίνονται άψογα, χωρίς εμφανείς ατέλειες, αλλά μόνο ο χρόνος και η διαβίωση στον συγκεκριμένο χώρο θα τα παρουσιάσει.
Συμπεράσματα – Προτάσεις
Η έρευνα καταδεικνύει ότι η αγορά χρειάζεται να κάνει ένα βήμα παραπέρα και εκτός από την πιστοποίηση των προϊόντων πρέπει να περάσει στην πιστοποίηση της εφαρμογής. Η κακή τοποθέτηση ή συναρμολόγηση μιας ακριβής διέλασης δεν μειώνει απλώς την ενεργειακή της απόδοση· καταδικάζει ολόκληρο το κτίριο σε μόνιμη σπατάλη και παράλληλα δημιουργεί κακές συνθήκες εσωτερικής άνεσης. Οι αόρατες ροές αέρα οδηγούν σε ενοχλητικά σφυρίγματα, σε υγροποιήσεις και τελικά σε ανάπτυξη μούχλας περιμετρικά των πλαισίων, με σοβαρές συνέπειες για την υγεία των χρηστών.
Για να αποφευχθεί αυτή η πραγματικότητα, όλοι οι εμπλεκόμενοι πρέπει να κινηθούν συντονισμένα. Οι εφαρμοστές χρειάζεται να εκπαιδευτούν σε νέες τεχνικές και να εγκαταλείψουν τις παρωχημένες πρακτικές. Οι μηχανικοί και οι τεχνικές εταιρείες οφείλουν να προδιαγράφουν τις μεθόδους τοποθέτησης και να διενεργούν ελέγχους αεροστεγανότητας πριν την παράδοση. Η νομοθεσία πρέπει να θεσπίσει υποχρεωτικούς ελέγχους, όπως ισχύει ήδη σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ενώ οι ιδιοκτήτες πρέπει να απαιτούν πιστοποίηση εφαρμογής πριν την εξόφληση, ως εγγύηση ότι η επένδυσή τους έχει πραγματικό αντίκρισμα.
Το τελικό μήνυμα είναι σαφές: οι πελάτες αγοράζουν κατηγορία 4, παραλαμβάνουν κατηγορία 2 και στο κτίριο ζουν με κατηγορία 1. Αυτό δεν είναι μόνο ζήτημα τεχνικής αστοχίας, αλλά πρόβλημα αγοράς και νοοτροπίας. Η τεχνολογία έχει εξελιχθεί και η τεχνογνωσία οφείλει να ακολουθήσει.
Και μόνο όταν μετράμε κάτι μπορούμε πραγματικά να το βελτιώσουμε.Όταν τα έργα γίνονται «με το μάτι», το αποτέλεσμα είναι αναπόφευκτα αμφίβολο.

Ο Θεόδωρος Σωτήριος Τούντας εκπροσωπεί την Ελλάδα ως μόνιμο μέλος στο συμβούλιο του AIVC (Κέντρο Αεροδιαπερατότητας και Αερισμού Κτιρίων) και είναι μέλος του Tight Vent Europe (Ευρωπαϊκή Πλατφόρμα για την Αεροστεγανότητα Κτιρίων και Δικτύων Αεραγωγών). Είναι αρχιτέκτονας, ενεργειακός σύμβουλος με εξειδίκευση στην κτιριακή αεροστεγανότητα, καθώς και ιδρυτής της FUV Group, που από το 2005 δραστηριοποιείται στην εφαρμογή καινοτόμων λύσεων και τεχνικών για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων στην Ελλάδα.www.fuv.gr, fuv@fuv.gr

